Της Τάνιας Λαζαρίδου* – Ένα τολμηρό και πολλά υποσχόμενο road trip δεκαεφτά ημερών, για 4 φίλους. Πέντε χιλιάδες διακόσια σαράντα χιλιόμετρα, συντροφιά με το ακούραστο τζίπ μας.
Πάνω από 15 πόλεις, αρχαιολογικοί χώροι, αξιοθέατα και ίχνη πολιτισμών από το 3000 π.Χ. έως το πρόσφατο παρελθόν μα και το παρόν…
Ένα ταξίδι πολύ καλά προετοιμασμένο και μελετημένο σε κάθε του λεπτομέρεια. Αντοχή, ευελιξία, ενθουσιασμός από τη μικρή ομάδα κι όλα τα μέσα στη διάθεσή μας για φωτογραφίες, βίντεο, πλοήγηση, μπόλικα gigabytes, φορτιστές και power banks.
Πλαστικό χρήμα αλλά και doviz (συνάλλαγμα). Όλα τα είδη μουσικής, σημειώσεις, ξηροί καρποί, φρούτα, φανουρόπιτες, σπανακόπιτες και το ταξίδι μας από τον Πειραιά, ξεκινά…
Πειραιάς – Καππαδοκία
Τετάρτη 24/5 (231χλμ). Το “Νήσος Σάμος” μας ταξιδεύει για τη νήσο… Χίο και μετά με την Turyol για τον Τσεσμέ.
Πέμπτη 25/5 (90χλμ). Οργανωμένο και υπερσύγχρονο το τελωνείο του Τσεσμέ. Διασχίζουμε βιαστικά την χερσόνησο της Ερυθραίας και σούρουπο βλέπουμε τη Σμύρνη, τυλιγμένη στην αχλύ του δειλινού και της ιστορίας της. Η νυχτερινή βόλτα στο Quai γεμάτη από τον απόηχο του πόνου και της βίας που εξελίχθηκαν εκεί, 100 χρόνια πριν.
Παρασκευή 26/5 (275χλμ). Νωρίς το πρωί, φτάνουμε στην ελληνική Έφεσο χωρίς ωστόσο να αποφύγουμε τις ορδές των Ασιατών τουριστών. Για δύο ώρες περπατάμε στις ανηφοριές της φημισμένης αρχαίας πόλης ενώ στο τεράστιο θέατρό της “κάποια” απαγγέλει στίχους του Όμηρου με δυνατή φωνή! Αμέσως μετά, για δροσιά στον γειτονικό, γραφικό και καταπράσινο Κιρκιντζέ.
Ξαναπαίρνουμε τον υπερσύγχρονο δρόμο προς Αϊδίνι. Αναδασωμένα βουνά παντού, έλλειψη… διοδίων, το LPG στο μισό ευρώ ενώ εμείς ταξιδεύουμε πλάι στον Μαίανδρο και την εύφορη κοιλάδα του.
Νωρίς το απόγευμα φτάνουμε στο Παμούκκαλε κι αμέσως σκαρφαλώνουμε στις λευκές πλαγιές με τους εντυπωσιακούς ασβεστολιθικούς σχηματισμούς, από μικρές λίμνες με διάφανο νερό. Στην κορυφή ξεκινά η αρχαία Ιεράπολη της Φρυγίας, με ναούς, τεράστιο θέατρο, τείχη, λουτρά. Μια τέλεια πόλη με θέα την αντικρινή Λαοδίκεια και τις Κολοσσές… (τρείς μαζί στο Ντενιζλί).
Ο Γιώργος μας δείχνει τον χώρο της μάχης του Μυριοκέφαλου, εκεί που ο αυτοκράτορας Μανουήλ ο Κομνηνός ηττήθηκε από τους Σελτζούκους του Κιλίτζ Αρσλάν τον Σεπτέμβριο του 1176. Μια ήττα καθοριστική για τη Μικρά Ασία των Βυζαντινών αλλά και ημών των νεοτέρων.
Ο ήλιος δύει βουτώντας απαλά στις ζεστές γκιόλες του Παμούκκαλε την ώρα που ο Μουεζίνης καλεί τους πιστούς για την προτελευταία προσευχή της ημέρας.
Σάββατο 27/5 (404 χλμ) …και πρωινή ξενάγηση στη Λαοδίκεια τη Φρυγική. Μια ακόμα θαυμαστά αναστηλωμένη ελληνιστική πόλη, των πρώτων χριστιανικών χρόνων, της Επιστολής του Αποστόλου Παύλου και της ομώνυμης Συνόδου. Με φαρδείς δρόμους, θέατρα, στάδιο, λουτρά, βουλευτήριο. Ανατολικά η πύλη της Δαμασκού.
Ο δρόμος για το Ικόνιο μακρύς και γραφικός. Μας σεργιανά πλάι σε λίμνες και καλλιέργειες όπου η άνοιξη είναι εμφανής. Ο καιρός αλλάζει. Το τοπίο στα 1200μ υψόμετρο, όλο και πιο άγριο!
Περνάμε στην Πισιδία και οι πινακίδες δείχνουν την Σπάρτη, (Isparta). Μετά από 400 χλμ, από ψηλά, αντικρίζουμε το Ικόνιο. Την πρωτεύουσα των Σελτζούκων, την καρδιά του μυστικισμού των Σούφι.
Παρακολουθούμε με δέος και σεβασμό τη θρησκευτική εκδήλωση κι αφηνόμαστε στη φαντασμαγορία των κύκλων των Δερβίσηδων και της μαγείας της μουσικής τους.
Στο Ικόνιο της Λυκαονίας οι άνθρωποι φιλικοί και στο άκουσμα του μεμλεκέτ μας (πατρίδας), του Γιουνανιστάν, χαμογελούν πλατιά. Ο πρόσφατος σεισμός κρατάει γερά δεμένες τις καρδιές.
Κυριακή 28/5 (295 χλμ). Ένα μεγαλόπρεπο χάνι, από τα πολλά του δρόμου του Μεταξιού, μας προσκαλεί να το εξερευνήσουμε. Η έκθεση των χαλιών στο εσωτερικό, στους χώρους όπου φιλοξενούνταν οι καμήλες, βγαλμένη από τα παραμύθια.
Μια ώρα μετά κι ακολουθώντας έναν μικρό επαρχιακό δρόμο φτάνουμε στο φαράγγι Ιχλαρά (βυζ. Περίστρεμα).
Μπαίνουμε στην Καππαδοκία! Δεκάδες υπόσκαφες εκκλησίες στα πλευρά του φαραγγιού, κάθε μία με ένα ιδιαίτερο όνομα, των Φιδιών, με τις Κολώνες, του Καβαλάρη, όλες αγιογραφημένες με έντονα χρώματα. Φτιαγμένες από Χριστιανούς που είχαν λόγους να κρύβονται.
Στο βαθύ, γεμάτο βλάστηση φαράγγι, ο ποταμός κυλά με ορμή τα νερά του. Η βροχή που πέφτει με δύναμη πάνω στα φύλλα φέρνει στα ρουθούνια μας μυρωδιές γνώριμες από δικά μας ποτάμια και μουσκεμένα δέντρα!
Συνεχίζοντας στον μικρό επαρχιακό δρόμο διασχίζουμε την Καρβάλη (Guzelyurt). Τη μάνα, της δικής μας Καβαλιώτικης Καρβάλης. Άνθρωποι μαζεμένοι έξω από το σχολείο, ημέρα εκλογών.
Σε μια στροφή του δρόμου, στις ερημιές της Καππαδοκίας, η Kizil Kilise, η Κόκκινη Εκκλησία μόλις που διακρίνεται καθώς την προσπερνάμε βιαστικοί… απογυμνωμένη από κάθε της σύμβολο, μας παρακολουθεί να απομακρυνόμαστε από τα ανοίγματα των παραθύρων της.
Νιώθω ενοχή που δεν σταματάμε και την αφήνουμε εκεί, με τη βροχή να πέφτει αμείωτη. Την αγκαλιάζω με το βλέμμα ως να χαθεί στην αραιή ομίχλη.
Στη Μαλακοπή, (Derinkoyu) αφήνουμε τα επίγεια και κατεβαίνουμε στα καταχθόνια. Οχτώ επίπεδα κάτω από την επιφάνεια του εδάφους. Εκκλησίες, κατοικίες, πηγάδια, αεραγωγοί, αποθήκες μαγειρεία… Πασχίζουμε να καταλάβουμε την ανάγκη των ανθρώπων για προστασία όταν βλέπουμε τις μυλόπετρες σε κάθε επίπεδο, να φράσουν τις διόδους. Λίγο παράμερα από την είσοδο της υπόγειας πολιτείας, μια εκκλησία πέτρινη, μοναχική, κλειδωμένη. Άγιος Θεόδωρος ο Τύρων.
Περνούμε τη νύχτα στο Αβανός, σε υπέροχο ξενοδοχείο και παρακολουθούμε τη νίκη του Ερντογάν στις επαναληπτικές εκλογές. Ο Άλυς με τα πλούσια νερά του, κυλά σιωπηλός προς βορράν, ψάχνοντας τη Μαύρη θάλασσα. Φωτισμένες οι γέφυρες και πανέμορφα τα πάρκα κατά μήκος του ρου του.
Δευτέρα 29/5 (232 χλμ). Η επόμενη μέρα μας βρίσκει να ταξιδεύουμε νότια στη Νίγδη, μόλις δυο ώρες από τα Άδανα. Στο μοναστήρι Gümüşler θαυμάζουμε την δεξιότητα των ανθρώπων να σκαλίζει τα βράχια.
Η Παναγία εκεί λένε πως χαμογελά. Μένουμε με την απορία κι έτσι φτάνουμε στο Μιστί. Ένα πάμφτωχο χωριό γεμάτο χαλάσματα. Το μόνο απομεινάρι μιας κάποτε ανθηρής Ελληνορθόδοξης κοινότητας είναι η επιβλητική εκκλησία των Αγίων Βασιλείου και Βλασίου. Κλειστή, σιωπηλή. Η σκέψη μου στον θείο Τάκη που είχε καταγωγή από εδώ.
Στη Σινασό ο καιρός ανοίγει κι ο καφές απέναντι από την πανέμορφη Μητρόπολή της είναι απολαυστικός. Αρχοντικά πέτρινα, με ιδιαίτερες διακοσμήσεις, περίτεχνα μπαλκόνια, ξεχωριστές πόρτες, ένδειξη καλαισθησίας και διακριτικού πλούτου. Η σκέψη μου αυτή τη φορά στην κ. Στρατούλα, Ηρακλειώτισσα με καταγωγή από τη Σινασό, χρόνια εθελόντρια στο ΚΑΠΗ του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, στο Ηράκλειο Αττικής, στην Πεύκων…
Μια αγιογραφία μας τραβά την προσοχή. Αποτυπωμένη η στιγμή που οι Καππαδόκες αποχωρίζονται την πατρίδα και τους μουσουλμάνους γείτονές τους. Η στάση των σωμάτων, η θλίψη των προσώπων, η κλίση των κεφαλιών προς το μέρος που αφήνουν πίσω, συγκλονιστική. Μα πώς άφησαν τέτοιον πλούτο αυτοί οι άνθρωποι; Mubadele, ανταλλαγή, ξερίζωμα…
Τρίτη 30/5 (51χλμ). Στο Γκιόρεμε και στο Προκόπι οι αλλόκοτοι σχηματισμοί κάνουν τους φακούς των μηχανών μας να ανοιγοκλείνουν σαν τα έκπληκτα μάτια μας.
Υπόσκαφτες κατοικίες παντού στους λαξευμένους βράχους. Ένας ιδιαίτερος τρόπος ζωής σε αυτό το άνυδρο, σεληνιακό τοπίο εδώ, στο ηφαιστιογενές οροπεδίο της κεντρικής Ανατολίας. Το ηλιοβασίλεμα μισοφάνηκε μέσα από τα βαριά σύννεφα…
Πόντος
Τετάρτη 30/5 (585 χλμ). Μεγάλη μέρα σήμερα καθώς φεύγουμε από την Καππαδοκία και γεμάτη προσμονή εγώ, στη θέση του συνοδηγού, βάζω την διαδρομή στο GPS για Καισάρεια (Kayseri), Σεβάστεια (Sivas), Άρδασσα (Torul), Αργυρούπολη (Gumushane)…
Θαυμάζουμε την Καισάρεια με τα επιβλητικά τείχη της και ανηφορίζουμε για τη Σεβάστεια… Ο νους τρέχει εκατό χρόνια πριν, στους δικούς μας ανθρώπους, που περάσαν με τα πόδια αυτές τις στράτες κι άφησαν τα κορμιά τους στις άκρες των δρόμων… Τις στράτες της εξορίας προς το άγνωστο, προς τον σιωπηλό αφανισμό…
Η μουσική παίζει ποντιακά και η διήγηση αφορά τα Σεφκιέτ του θανάτου, τις αποστολές ολόκληρων χωριών μα και πόλεων προς την εξορία στο Ερζιντζάν, το Ερζουρούμ, το Χαρπούτ, τη Μαλάτια…
Μια ώρα μετά τη Σεβάστεια, στον βορινό ορίζοντα αχνοφαίνονται τα χιονισμένα βουνά του Πόντου. Το τζιπ σταματά. Κατεβαίνω και καλωσορίζω τους συνταξιδιώτες μου στην Πατρίδα της καρδιάς μου. Τους κερνώ ωτία που έχω φτιάξει λίγες μέρες πριν, για την στιγμή που τόσο πρόσμενα. “Καλώς ήρθατε, στον δικό μου Πόντο!”. Ο Γιώργος κι η Σεβαστή με αγκαλιάζουν…
Τις επόμενες τέσσερις ώρες ταξιδεύοντας προς βορράν προσεγγίζουμε σιγά σιγά τον Πόντο μέσα από χαράδρες και ποτάμια, ανεβαίνοντας και κατεβαίνοντας βουνά… Η δύση μας βρίσκει πάνω σε χιονισμένα βουνά.
Είναι το Καράκαπαν;
Είναι ο Αεσέρ;
Είναι το Κουλάτ;
Είναι σούρουπο όταν από τη Ζύγανα (ένα δύσκολο βουνίσιο πέρασμα κάποτε) μπαίνουμε στο κατακαίνουργιο εντυπωσιακό τούνελ που θα μας φέρει σε μόλις 15 χιλιόμετρα, στη Ζάβερα. Στο χωριό του εκ πατρός παππού μου, Γεωργίου Ευστ. Λαπαρίδη.
Στη σκοτεινιά της νύχτας που τα ψηλά βουνά ολόγυρα , έκαναν πιο μαύρη, η λεπτή δείσα (σ.σ. η ομίχλη στα ποντιακά) που αχνοφαίνονταν, ημέρευε λίγο το εξωπραγματικό σκηνικό.
Τα αραιά φώτα στα δεξιά μου φανερώνουν τη Ζάβερα, τη μακρινή αλλά τόσο έντονη αίσθηση Πατρίδας που με μαγεύει. Κοιμάμαι με τον ήχο του αγριεμένου Πυξίτη στ΄αυτιά μου και τη βροχή που όλη νύχτα πέφτει δυνατή και που η βλάστηση την κάνει να ακούγεται εντονότερη.
Πέμπτη 31/5 (105χλμ). Ξημερώματα ο ίδιος ήχος μου θυμίζει πού είμαι. Η θέα από τη βεράντα στην κοιλάδα του Τζοσάντερε (Coşandere) –Κουσπιδή η παλιά ονομασία- μοναδική. Καταπράσινα βουνά παντού. Κι ο δρόμος φιδίσιος να ανεβαίνει προς τη μονή της Παναγίας Σουμελά.
Ξεκινάμε με ήλιο για την Παναγία αλλά γρήγορα, όπως συνηθίζει ο καιρός εδώ στον Πόντο, το σκηνικό αλλάζει. Βροχή και καταχνιά… Καρφιτσωμένο στο απότομο βουνό το ξακουστό μοναστήρι, τυλιγμένο στη δείσα, χάνεται και ξαναεμφανίζεται μπροστά στα μάτια μας.
Πλάι στο μονοπάτι οι ρίζες των δέντρων ορατές πάνω από το χώμα, χοντρές και δυνατές, σαν τις δικές μου. Πλήθος κόσμου, μουσουλμάνων Ασιατών, ανεβαίνουν μαζί μας.
Ένας κεμεντσετζής κάτω από τη βροχή χρωματίζει μουσικά την πορεία μας. Παίζει για μένα, το γνωστό μας τραγούδι “την Πατρίδαμ έχασα” με λόγια όμως του Kazim Kuyuncu, “ben seni sevdugimi”
“Benim dede Zavera da” του λέω, κι ακολουθεί η έκπληξη και τα χαμόγελα. Γύρω τριγύρω, όλα υγρά μουσκεμένα, ρούχα, μαλλιά, μάτια.
Μέσα σε μια όμορφα ανακαινισμένη αίθουσα της μονής, προβάλλεται το βίντεο με την ιστορία της. Μένουμε και το παρακολουθούμε υποψιασμένοι για ανακρίβειες. Η απόλυτη αλήθεια μας εντυπωσιάζει! Οι τουρκάντ’ ανακαινίζουν κι αναδεικνύουν με θαυμαστό τρόπο την κληρονομιά που τους αφήσαμε…
Πλημμυρισμένα τα κελιά, η τραπεζαρία, ο ναός και τα παρεκκλήσια από τουρίστες. Γέλια, πόζες κι ανέμελη ατμόσφαιρα… Αποτραβιόμαστε στο μικρό παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας, εκεί που ο τελευταίος ηγούμενος με τον μοναχό Αμβρόσιο έκρυψαν τα ιερά κειμήλια των Μεγαλοκομνηνών τις μέρες του Διωγμού.
Μέσα στην απόκοσμη εκείνη ατμόσφαιρα της πυκνής δείσας, σιωπηλοί και θλιμμένοι φέρνουμε στο νου μας τις τελευταίες ώρες της Χριστιανοσύνης σ΄αυτές τις εσχατιές του κόσμου… όπως τόσο γλαφυρά περιγράφει ο Φίλων Κτενίδης στην “Καμπάνα του Πόντου”. Στη σκέψη μου οι προγονοί μου, που κάθε χρόνο ανέβαιναν στη Σουμελά από τη γειτονική Ματσούκα.
Η περιέργεια μας οδηγεί πιο πάνω, στην επτάκωμο Σάντα, την πατρίδα των ηρωικών Σανταίων ανταρτών του 1916, του Ευκλ. Κουρτίδη, των μοιραίων παιδιών της Σάντας… Η δείσα η αδεισώπητη, μας κρύβει την άγρια ομορφιά της. Στο καφενείο της όμως γνωρίζουμε τα ζεστά πρόσωπα των σημερινών της κατοίκων.
Παρασκευή 2/6 (79χλμ). Σκαρφαλώνουμε στα χωριά της Άνω Ματσούκας, Χορτοκόπι, Θέρσα, Ποντίλα, Αδολή, Κρένασα, Στάμαν, Γιαννάντων, Ζάβερα. Ξεναγώ την παρέα μου στα πατρογονικά μου χώματα. Μαζί μας κι ο παλιός μου φίλος, από το 2006 Fahrettin Erdoğan. Ανεβαίνουμε στα ερείπια του κάστρου της Ζάβερας κι από κει σαν παλιοί βιγλάτορες αγναντεύουμε όλη την Άνω Ματσούκα ανάμεσα σε οργιώδη βλάστηση, μυρωδιές από ανθισμένο τζιφίν και καθαρό αέρα.
Πάνω μας τα παρχάρια του Μαλεζάντωμαν, απέναντι η σπηλιά Αγροτσάλ, μπροστά μας το Γεφυροπόδ’ η πέτρινη γέφυρα που οδηγεί στο Χαμσίκιοϊ, πιο πάνω η Βασιλική η Στράτα και τα χάνια του Γοργόρογλη… όλα γνωστά από τις διηγήσεις του πατέρα μου και τα βιβλία του Ν. Λαπαρίδη!
Το ακούραστο τζίπ κατευθύνεται το απόγευμα πάνω από την Άγουρσα (το σημερινό Bakımlı), στην κορυφογραμμή απ’ όπου κάποτε περνούσε η Βασιλική οδός, ο δρόμος που έπαιρναν εκστρατεύοντας οι Αυτοκράτορες κι οι Σουλτάνοι.
Εκεί ήταν κάποτε τα ονομαστά Χάνια του Γοργόρογλη, που ανήκαν στην οικογένεια του πατέρα της γιαγιάς μου και των αδελφών του. Έφυγαν εγκαταλείποντας τα όλα, για τη Ρωσία μαζί με τον ρωσικό στρατό το 1918.
Στο ίδιο σημείο σήμερα, πάλι ένα μικρό οικογενειακό ξενοδοχείο, μας υποδέχεται για μια ολιγόωρη γνωριμία. Όταν αναφέρω τον πρόγονό μου ενθουσιάζονται κι αναρωτιούνται χαριτολογώντας, αν επέστρεψα για κάποιον κρυμμένο θησαυρό.
Ο θησαυρός για μένα όμως είναι η πραγμάτωση του ονείρου να περπατήσω στα χνάρια των προγόνων μου…
Σάββατο 3/6 (46 χλμ). Ψυχοσάββατο. Σε μια μισογκρεμισμένη εκκλησία, που ποτέ δε θα μάθω το όνομά της, ανάβω ένα καρβουνάκι που είχα χώσει στην τσάντα μου και καίω θυμίαμα, διαβάζοντας τα ονόματα των σιωπηλών προγόνων μου που “κοιμούνται” σ’ αυτά τα χώματα όπως και σ’ εκείνα της Δράμας, της άλλης πατρίδας.
Τα μαυρισμένα από την υγρασία ντουβάρια γεμίζουν χρώματα κι εικόνες. Άγιοι καβαλαραίοι σιδηρόφρακτοι, ήρεμες γυναικείες μορφές με σταυρούς στα χέρια, θεϊκές ψαλμωδίες και κόσμος πολύς γύρω στέκεται ευλαβικά. Η Παναγία σήμερα χαμογελά.
Αγναντεύουμε την Τραπεζούντα από το Μπόζ Τεπέ και την καλοσυντηρημένη μονή της Παναγίας της Θεοσκέπαστης. Χιλιόχρονη και νέα απλωμένη στους λόφους, με τους δεκάδες μιναρέδες να υψώνονται περήφανα.
Τα σκαλοπάτια του Φροντιστηρίου, φαγωμένα από τα αναρίθμητα μαθητικά παπούτσια που τα δρασκελίζουν δεκάδες χρόνια τώρα, σαν τους γλάρους που ασταμάτητα με τα κρωξίματά τους αποτελούν τον χαρακτηριστικό ήχο της παραθαλάσσιας πόλης.
Το ίδιο βράδυ στο Μεϊντάν, την πλατεία της πόλης ένα αναπάντεχο δώρο, στα όρια του μεταφυσικού με περιμένει. Είναι ο κ. Ρεφίκ ο Παλαιστίνιος σωσίας του πατέρα μου, του συγχωρεμένου πατέρα μου που εδώ σε αυτά τα μέρη, τον νιώθω να περπατά πλάι μου…
Μαύρη θάλασσα – Αμάσεια – Αφιόν – Τσανάκκαλε
Κυριακή 4/6 (540 χλμ). Αφήνουμε την πρωτεύουσα των Μεγαλοκομνηνών αφού ρίξουμε μια τελευταία ματιά στα βυζαντινά κάστρα, που τόσους αιώνες στεφανώνουν την θρυλική πόλη.
Το τζιπ για πρώτη φορά μετά από πολλές μέρες, στρέφεται δυτικά. Με συννεφιά και βαριά καρδιά, περνάμε τον Χαρσιώτη ποταμό και την Τρίπολη, την Έσπιε, την Κερασούντα και τα Κοτύωρα.
Πόλεις μεγάλες, αμφιθεατρικές, προσανατολισμένες προς τον βορρά και τον Εύξεινο Πόντο. Αναρίθμητα ποτάμια χύνονται κάθε λίγα χιλιόμετρα στη θάλασσα.
Αυτοκινητόδρομοι με κυκλικούς κόμβους, παράδρομοι, γέφυρες, διασταυρώσεις, σήραγγες. Περίτεχνες συνθέσεις λουλουδιών, θάμνοι σε σχηματισμούς και γρασίδι πλάι σε όλες τις λεωφόρους. Καλή σήμανση και χωρίς διόδια.
Φάτσα, η πατρίδα της πολυδιαβασμένης Thea Halo, Οινόη και Αμισός. Όλες οι πόλεις του Πόντου μία μια ξεδιπλώνονται μπροστά μας. Με ανάμικτα συναισθήματα αποχωριζόμαστε τη θάλασσα και προχωρούμε στο εσωτερικό. Μαύρα σύννεφα κρέμονται από πάνω μας και σε όλο τον ορίζοντα.
Διασταυρώσεις για τις πόλεις Μερζιφούντα και Χάβζα. Ονόματα γεμάτα πονεμένες ιστορίες μα πιο πολύ πονάει που η ιστορία μας δεν έχει γραφτεί ακόμα.
Μπαίνουμε στην Αμάσεια με τη βροχή να πέφτει ασταμάτητα. Μια ζωγραφιά βγαλμένη από παλιό οθωμανικό μπαούλο. Τα πανέμορφα σπίτια κρέμονται πάνω από τον Γιεζίλ Ιρμάκ (Ίρις ποταμός) και τα κατακόρυφα βουνά με τους Μιθριδάτες βασιλείς να κρυφοκοιτούν μέσα από τους λαξευτούς τάφους τους…
Πόσο να σε μαγέψει αυτή η ειρηνική εικόνα όταν ξέρεις τόσες ιστορίες που διαδραματίστηκαν εδώ σε αυτήν την πλατεία. Ο νους μου στον παππού της παιδικής μου φίλης της Παρθενόπης και στον μαρτυρικό θάνατο που βρήκε σε αυτή την τόσο γραφική πόλη.
Δευτέρα 5/6 (600 χλμ). Στα πολλά χιλιόμετρα που έχουμε να διανύσουμε έω το Αφιόν Καραχισάρ, μας περιμένουν τέσσερις ξεχωριστές στάσεις.
1.Χαττούσα. Το γεωγραφικό κέντρο της Γης, είπαν οι επιστήμονες. Η τεράστια πόλη του 14ου αιώνα π.Χ. πρωτεύουσα των Χετταίων, με οχυρώσεις, επιβλητικές πύλες, παλάτια και ναούς,
2. Άγκυρα. Η πρωτεύουσα της Τουρκίας, μια καινούργια σύγχρονη πόλη με ουρανοξύστες, αραιοκατοικημένη, με εξαιρετικό οδικό δίκτυο, δάση μέσα στον αστικό ιστό και με το παλάτι του επανεκλεγμένου προέδρου της, να δεσπόζει μεγαλόπρεπα πάνω σε λόφο.
3. Γόρδιον. Πρωτεύουσα της Φρυγίας, γνωστό από τον περίπλοκο κόμπο από φλοιό κρανιάς που ο μεγάλος στρατηλάτης Αλέξανδρος έκοψε λέγοντας “ό,τι δεν λύεται κόπτεται”. Ο ήρεμος Σαγγάριος της μικρασιατικής εκστρατείας, κυλά ακόμα 100 χρόνια μετά, τα λιγοστά νερά του ενώ εμείς φωτογραφιζόμαστε ανέμελα. Μετά από μια πορεία 824 χιλιομέτρων χύνεται κι αυτός στη Μαύρη θάλασσα.
4. Το μικρό γραφικό Σιβρί Χισάρ του παραμυθά της παιδικής μας ηλικίας, του θυμόσοφου και καλοκάγαθου ανατολίτη, Νασρεντίν Χότζα. Πίσω επιβλητικά κι απειλητικά υψώνεται το θρυλικό Καλέ Γκρότο της πονεμένης μας εκστρατείας. Κοιμόμαστε στο Αφιόν Καραχισάρ σε ομολογουμένως ωραιότατο ξενοδοχείο.
Τρίτη 6/6 (585χλμ). Σταματάμε για λίγο στο μνημείο της ακαλαισθησίας, της αγριότητας και του μίσους. Στην πόλη που είναι δεμένη με άσχημο τρόπο στη συλλογική μας μνήμη, το Αφιόν Καραχισάρ. Στην πορεία μας βορειοδυτικά μπαινοβγαίνουμε άθελά μας στις γραμμές του μικρασιατικού μετώπου που απλωνόταν σε πολλά πολλά χιλιόμετρα στα απέραντα άνυδρα υψίπεδα.
Γραφική η Κιουτάχεια με παλιά όμορφα σπίτια, ένα από αυτά ίσως και της οικογένειας της θείας Αλεξάνδρας, με την απίθανη επιστροφή των ανδρών της οικογένειας μετά την αιχμαλωσία τους μέσω Συρίας, που άκουσα πρόσφατα. Τα δημόσια κτίρια όλα επενδυμένα με πλακάκια σε σχέδια των πανέμορφων κεραμικών του Ιζνίκ.
Η διαδρομή μας μέσα από πυκνά δάση με τον Όλυμπο της Βιθυνίας επιβλητικό στ’ αριστερά μας. Η Προύσα απλωμένη στις πλαγιές του, μας χαιρέτισε με παράπονο που δεν καταφέραμε να την προσεγγίσουμε… μιαν άλλη φορά, σε ένα άλλο ταξίδι. Της το τάξαμε!
Το απόγευμα φτάνουμε στο Τσανάκκαλε αφού περνάμε από τις μικρές γνωστές πόλεις της Προποντίδας, Μουδανιά (Mudanya) Πάνορμο (Bandirma), Τρίγλια (Zyetinbagi) Λάμψακο (Lapseki).
Τετάρτη 7/6 (383 χλμ). Το άλλο πρωί με το καραβάκι περνάμε απέναντι τον Ελλήσποντο για άλλη μια συνάντηση με την πρόσφατη Ιστορία. Αυτήν του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και την αποτυχημένη επιχείρηση των Συμμάχων στην Καλλίπολη το 1914.
Το μνημείο για τη “θυσία μιας ολόκληρης γενιάς”, στέκει στην είσοδο των στενών των Δαρδανελίων, υπενθυμίζοντας στους παραπλέοντες τη ματαιότητα των πολέμων…
Το μεσημέρι μας βρίσκει να περνάμε τα σύνορα. Μια αψίδα οθωμανικού σχεδίου, ξεχωριστές σειρές για τα ΙΧ και τα φορτηγά, μια κλήση για υπέρβαση του ορίου ταχύτητας που την πληρώνουμε επιτόπου και η Τουρκία πια μένει πίσω μας…
Μια οργανωμένη και σύγχρονη χώρα με φιλικούς κατοίκους, γεμάτη από την Ιστορία μας.
Απέναντι, κάτω από ένα τσιμεντένιο φθαρμένο υπόστεγο η ίδια σειρά για νταλίκες και ΙΧ, με το ένα όχημα να προσπαθεί να προσπεράσει το άλλο…
Στη γέφυρα των Κήπων χαιρετάμε εγκάρδια τους στρατιώτες μας και πιάνουμε την Εγνατία από την αρχή της. Τα ξερά χορτάρια ξεχειλίζουν από τη νησίδα του δρόμου και τα πρώτα διόδια με αυθάδεια μας σταματούν ζητώντας μας 2,5€.
Στην Ξάνθη για καριόκες από τον Παπαπαρασκευά και μετά μέσω Σταυρούπολης (καφέ στην πλατεία) κι υπέροχης καταπράσινης διαδρομής, στη Δράμα για ανασυγκρότηση!
Πέμπτη και Παρασκευή 8-9/6. Ξεκούραση στη Δράμα και σε 636 χιλιόμετρα φτάνουμε στην Αθήνα.
(Κατά τη διαμονή μας στη Δράμα, μια ακόμα “ρίζα” μου της Μικρασίας, κόπηκε… Στην Καβάλα κηδέψαμε τη θεία Φανή)
Ένα υπέροχο ταξίδι στο θρύλο και την Ιστορία πραγματοποιήθηκε με απόλυτη επιτυχία.
Ένα μεγάλο ευχαριστώ στους συνταξιδιώτες μου, που πίστεψαν στο όνειρό μου και με ακολούθησαν στους απάτητους αλλά συνάμα τόσο οικείους για μένα, δρόμους της Μικρασίας!
*Η Τάνια Λαζαρίδου ήταν για πολλά χρόνια κάτοικος του Ηρακλείου Αττικής. Η καταγωγή της είναι από οικογένεια Ποντίων από τη Δράμα.
Δείτε και το σχετικό βίντεο εδω: