“Ριπές ανέμων” – Βούλα Αραμπατζόγλου Τουζοπούλου: “Νοικάρηδες δωματίων”, ένα ακόμη ταξίδι στη Νέα Ιωνία του περασμένου αιώνα

Πίνακας Περιεχομένων

“Ριπές ανέμων” – Βούλα Αραμπατζόγλου Τουζοπούλου: “Νοικάρηδες δωματίων”, ένα ακόμη ταξίδι στη Νέα Ιωνία του περασμένου αιώνα

Γράφει, η Βούλα Αραμπατζόγλου – Τουζοπούλου, χημικός Πανεπιστήμιου Αθηνών –  Το σπίτι μέσα στο οποίο έφτιαξα την οικογένειά μου, πριν να γίνει δικό μου, είχε επτά ανεξάρτητα δωμάτια που το καθένα είχε μία κουζινούλα και ένα αποχωρητήριο. Τα φτωχικά αυτά δωμάτια την εικοσαετία 1950 έως 1970 τα νοίκιαζε ο πατέρας μου σε φουκαράδες που έρχονταν από την επαρχία στην Νέα Ιωνία για να φαν ένα κομμάτι ψωμί δουλεύοντας κυρίως στα εργοστάσιά της.

Μέσα από τον κόσμο της τότε παιδικής και νεανικής μου αθωότητας, παρακολουθούσα την ζωή κάποιων νοικάρηδων  που μου κέντριζαν το ενδιαφέρον. Πρόσφατα, περνώντας τις εντυπώσεις μου από τα φίλτρα της κατανόησης της ωριμότητας, αλλά πάντα με ρεαλισμό, τις  κατέγραψα σε δέκα ανεξάρτητα κείμενα σαν διηγήματα, τα οποία συμπεριέλαβα στο τελευταίο βιβλίο μου «Ριπές ανέμων».

Ακολουθεί το 1ο διήγημα, με το τίτλο «Η Δωροθέα».

Η Δωροθέα

Ήταν ηλικιωμένη, αλλά καλοστεκούμενη, χήρα, γύρω στα εβδομήντα,  ψηλή, με λευκή επιδερμίδα και  με άσπρα μακριά μαλλιά πιασμένα σε κότσο και φορούσε σχεδόν πάντα ρόμπες σπιτιού.

Τόσο στην εμφάνιση όσο και στην νοοτροπία ήταν κλασσική περίπτωση καθημερινής, θρησκόληπτης γυναίκας που αναλώνεται στο σπίτι και στα παιδιά της.

Είχε κάνει τέσσερα-πέντε παιδιά, αλλά της είχαν μείνει ανύπαντρα μόνο μια κόρη, σχεδόν μεγαλοκοπέλα και ο μοναχογιός της. Διακαής πόθος της λοιπόν ήταν να βρει γαμπρό για την κόρη και  φόβος της ήταν  να μη της ξελογιάσουν τον γιο.

Το δωμάτιο του ισογείου που νοίκιαζε, όπως και το διπλανό του,  είχαν  πόρτα σε ακάλυπτο πλαϊνό τσιμεντένιο διάδρομο φάρδους δύο μέτρων. Ο διάδρομος αυτός, σαν κοινόχρηστη αυλή, είχε στον απέναντι γειτονικό τοίχο μία κτιστή βρύση με αποχέτευση που πήγαινε  τα νερά στον δρόμο.

Από την πρώτη στιγμή η Δωροθέα πίστευε ότι το διπλανό δωμάτιο και η κοινόχρηστη βρύση έξω μπορούν να επηρεάσουν την έκβαση του  πόθου της να παντρέψει την κόρη της. Το δωμάτιο ίσως  έφερνε στην κόρη υποψήφιους γαμπρούς και η βρύση σίγουρα θα  έφερνε τύχη. Γι αυτό κάθε βράδυ πριν να κοιμηθεί άνοιγε την βρύση και την άφηνε ανοικτή μέχρι το ξημέρωμα να τρέχει άφθονο νερό:

 

-Για να τρέχει – έλεγε-  όπως το νερό και  η τύχη της κόρης μου.

-Μα ενοχλείς – της έλεγε ο πατέρας μου – δεν το καταλαβαίνεις; Στο διπλανό δωμάτιο μένουν άνθρωποι. Μου κάνουν παράπονα. Πώς να κοιμηθούν με το χρουχρου του νερού όλο το βράδυ.

-Α μπα! Να φύγουν.

 

Και έφευγαν. Άλλαζε το διπλανό δωματιάκι ενοίκους συνέχεια και η Δωροθέα για όλους είχε και κάτι στραβό να πει.

 

-Ας παν όλοι τους στην ευχή. Τι τους ήθελες; Δεν άξιζαν. Σου έχω πει ότι γυναίκες δεν θέλω. Και οι άντρες που έχεις βάλει μέχρι τώρα μέσα παράξενοι, ακατάδεχτοι, γκρινιάρηδες, βρωμιάρηδες. Άντε από κει. Έναν καλό δεν βρήκες να φέρεις.

 

Ειδικότερα, αν ο διπλανός έφερνε γυναίκες, η Δωροθέα, έκανε σταυρούς θυμιάτιζε και έφτυνε από αηδία:

 

-Ου να μου χαθεί ο αμαρτωλός. Δεν σέβεται την κόρη μου, λεύτερη κοπέλα, να γίνονται δίπλα τα ακατανόμαστα. Που θα πάει αυτή η κατάσταση;

 

Όταν δε η διπλανή ήταν νέα γυναίκα τότε η Δωροθέα  καθόταν σε αναμμένα κάρβουνα:

 

-Α πα πα πα  στα τσακίδια να πάει το παλιοκόριτσο. Έχει βαλθεί να ξελογιάσει τον γιό μου. Περνάει συνέχεια  συνάμενη κουνάμενη και βλέπω πως τον γλυκοκοιτάζει. Να την  διώξεις κυρ- Λευτέρη.

 

Βέβαια κανέναν δεν χρειαζόταν να  διώξουμε εμείς γιατί τους έδιωχνε μόνη της  με  τα μούτρα που τους έκανε, τις συνεχείς παρατηρήσεις της και κυρίως τον θόρυβο από το νερό που έτρεχε ολοβραδίς.

 

-Τι θα γίνει με την βρύση  κυρία Δωροθέα; -επέμενε  ο πατέρας μου- Δεν θα την κλείσεις κανένα βράδυ να ησυχάσουμε όλοι;

-Αχ κυρ Λευτέρη αν ήξερες πόσο καλό είναι για τα ανύπαντρα κορίτσια θα τόκανες και εσύ που έχεις κόρες. Θα τρέξει η τύχη τους σαν το νερό στη βρύση σου λέω.  Εγώ πάντως αν δεν παντρευτεί η κόρη μου δεν θα σταματήσω.

-Τι λες; Είσαι με τα καλά σου; Ίσαμε πότε δηλαδή θα περιμένουμε να παντρευτεί;

-Γιατί φωνάζεις; Για οικονομία; Λυπάσαι τα λεφτά; Α ναι γιαυτό φωνάζεις. Δίνε μου εμένα τους  λογαριασμούς νερού. Έχεις παράπονα; Δεν σου πληρώνω τα νοίκια; Σούχω φάει λεφτά ποτέ;

-Όχι κυρα Δωροθέα είσαι πολύ καλή, δεν λέω,  αλλά δεν έχω στεριώσει νοικάρη για το διπλανό σου δωμάτιο. Όλοι μια που έρχονται μια που φεύγουν εξ αιτίας σου.

-Ναι γιατί μου φέρνεις ή ανήθικους άντρες ή κοπελιές ξεδιάντροπες. Έχω μεγάλα παιδιά, κατάλαβέ το. Βάλε κανέναν λεύτερο και τίμιο άντρα μπας και ανοίξει η τύχη της κόρης μου.

Ριπές ανέμου
“Ριπές ανέμου” – Βούλα Αραμπατζόγλου Τουζοπούλου: “Νοικάρηδες δωματίων”, ένα ακόμη ταξίδι στη Νέα Ιωνία του περασμένου αιώνα

Έτσι λοιπόν άρχισε από μέρους μας το κοσκίνισμα των υποψήφιων ενοικιαστών μέχρι που βρέθηκε ένας εμφανίσιμος, ευγενέστατος, λίγο συνεσταλμένος, με λευκή επιδερμίδα σαν της κυρίας Δωροθέας,  με λεπτά έως ισχνά  χαρακτηριστικά και κυρίως ανύπαντρος.

Ενθουσιασμένη η κυρία Δωροθέα μόνο καλά λόγια είχε να πει για τον καινούργιο της γείτονα.

 

-Μπράβο σας, είναι εξαιρετικός. Να δείτε με τι καλό τρόπο φέρεται. Ανώτερος άνθρωπος και πολύ ηθικός. Δεν φέρνει γυναίκες καθόλου, παρότι  πολύ κοινωνικός. Έρχονται, ου.., μουσαφιραίοι αλλά μόνο άντρες. Μόνο φίλους έχει. Σας λέω πολύ κύριος, πολύ τίμιος και καθωσπρέπει.

 

Δυστυχώς λίγο διάστημα κράτησε η ευτυχία της Δωροθέας. Ένα πρωί χαράματα ξυπνήσαμε από δαιμονισμένα χτυπήματα της πόρτας μας. Ήταν αυτή:

 

-Αχ τι πάθαμε, τι πάθαμε με τον καινούργιο. Αχ τι τρόμο νάξερες  πέρασα το βράδυ κυρ- Λευτέρη. Αχ αχ αχ Παναγία μου και Θεέ μου τι τανε και αυτό.

-Ηρέμησε κυρα- Δωροθέα και πες μας τι έγινε.

-Αχ τι πάθαμε, αχ τι πάθαμε. Ήτανε μεσάνυχτα και ξαφνικά δίπλα ακούστηκαν φωνές και κτυπήματα. Έπεφτε ξύλο, ξύλο και ο νοικάρης σας φώναζε και παρακαλούσε κάποιον να σταματήσει να τον δέρνει.

Αλλά ο άλλος έβριζε και κτύπαγε αλύπητα. Βγήκαν όλοι οι γείτονες όξω από τα σπίτια τους. Κάποιος  φαίνεται φώναξε την αστυνομία.

Μπήκαν οι αστυνομικοί στο δωμάτιο και μετά βγήκαν σούρνοντας  τον νοικάρη σας και έναν άλλον αγριάνθρωπο, μουστακαλή και ο αστυνομικός που κρατούσε τον νοικάρη σας του έλεγε: «Ώστε έτσι Αντωνάκη ε; Εδώ έκανες στέκι τώρα να  κουβαλάς τους γκόμενους; Είπαμε και μείς ησύχασες και έβαλες μυαλό.

Έφαγες πάλι της χρονιάς σου κακομοίρη μου».  Αχ αχ  κυρ Λευτέρη μου τι πάθαμε. Δεν ήταν τελικά άντρας. Κατάλαβες; Ήταν από τους άλλους, τους τέτοιους. Δεν το χωράει ο νους μου. Αχ τι πάθαμε.

Την άλλη κιόλας μέρα ο Αντωνάκης ξεκουβάλησε. Δεν του άνοιξε αυτουνού την τύχη η βρύση, γιατί φαίνεται  η μέθοδος πιάνει  μόνο στα  αμιγώς θηλυκά.

Η Δωροθέα  παρέμεινε εκεί για μερικά  χρόνια ακόμα. Βέβαια μετά το συμβάν με τον Αντωνάκη οι παράλογες αξιώσεις της για επιλογή γείτονα ατόνησαν κάπως αλλά όχι και οι  συνήθειές της με το νερό. Η βρύση εξακολουθούσε να τρέχει, αλλά χωρίς αποτέλεσμα αφού η κόρη μέχρι που έφυγαν από το σπίτι δεν κατάφερε να παντρευτεί παρότι ήταν αρκετά  εμφανίσιμη με μακρύ μαύρο μαλλί, κανονικό αναλογικά σωστό σώμα και πολύ εργατική. Δούλευε η καημένη σχεδόν νυχθημερόν. Αλλά και ο γιος, λιγνός με τραβηγμένα χαρακτηριστικά, σχεδόν σκελετωμένος και στεγνωμένος ίσως από την επίπονη χειρονακτική του δουλειά, ιδιαίτερα  σεμνός και ντροπαλός, έμεινε και αυτός μπακούρης  μέχρι το τέλος της παραμονής τους στο σπίτι μας.

 

Ριπές ανέμου

 

Όλα τα βιβλία της συγγραφέως  υπάρχουν στο βιβλιοπωλείο «Παράγραφος»

που βρίσκεται στην πλατεία Σημηριώτη στη Νέα Ιωνία

 δνση: Μεσολογγίου 63, τηλ. :  210 – 2795992

 

Δείτε και εδώ

Διαβάστε επίσης στο zonews.gr – «Ανατολή εξ Ανατολών»: Η Βούλα Αραμπατζόγλου Τουζοπούλου απλώνει τη Νέα Ιωνία μπροστά στα μάτια μας

Avatar photo
Το Ηράκλειο Αττικής και η Νέα Ιωνία στο διαδίκτυο. Και όχι μόνο.

4 σχόλια

Αφήστε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

MENU