Βούλα Αραμπατζόγλου Τουζοπούλου: Για την Ιωνιώτισσα συγγραφέα & ποιήτρια Νίτσα Παραρά Ευτυχίδου

Η Ιωνιωτισσα Νίτσα Παραρά Ευτυχίδου έφυγε από την ζωή τέτοιες μέρες το 2021. Δεν ήταν απλά η καταξιωμένη σε όλη την Ελλάδα συγγραφέας και ποιήτρια. Ήταν  πάνω  από όλα  ένας  ωραίος και ανώτερος άνθρωπος

Γράφει η Βούλα Αραμπατζόγλου Τουζοπούλου – Τον Δεκέμβριο του 2008 το πολιτιστικό περιοδικό του Ιωνικού Συνδέσμου «ΛΥΧΝΑΡΙ» την τίμησε με ένα αφιέρωμα δεκατριών σελίδων, οι έξη σελίδες του οποίου φιλοξένησαν δικό μου κείμενο για την προσωπικότητά της και για το έργο της.

Σε ένδειξη φόρου τιμής στη μνήμη της σπουδαίας κυρίας της λογοτεχνίας, που με τίμησε με την φιλία της, παραθέτω παρακάτω το τότε δημοσιευμένο στο περιοδικό κείμενό μου το σχετικό με την προσωπικότητά της:

 

Η συγγραφέας και ποιήτρια Νίτσα Παραρά Ευτυχίδου

Α. Σκιαγράφηση του χαρακτήρα και της προσωπικότητας της

Πριν να διαβάσω ένα λογοτεχνικό βιβλίο, διαβάζω πρώτα την βιογραφία του λογοτέχνη για να μπορέσω να καταλάβω καλλίτερα το έργο του. Στο τέλος του βιβλίου διαβάζω ξανά την βιογραφία  του για να μπορέσω να καταλάβω καλλίτερα τον ίδιο τον λογοτέχνη.

Με την συγγραφέα και ποιήτρια Νίτσα Παραρά Ευτυχίδου είχα την εξαιρετική τύχη να διαβάζω και να μάθω γι΄ αυτήν μέσα από τα μάτια της. Είχα την εξαιρετική τιμή να μου ανοίξει διάπλατα την ψυχή της και να μου ξετυλίξει κάθε πτυχή της ιστορίας και των συναισθημάτων της.

Την κατάλαβα αμέσως γιατί είναι η ίδια ένα ανοικτό βιβλίο που δεν έχει να κρύψει τίποτα, αφού είναι γεμάτη μόνο από αγάπη και ικανοποίηση για κάθε τι που συνθέτει την πορεία της και τον χαρακτήρα της.

Ουσιαστικά η ίδια πήρε την πρωτοβουλία, να με πλησιάσει και να με καλωσορίσει στο κλαμπ των ενασχολούμενων με την συγγραφή.

Ευχαριστήθηκα αφάνταστα γιατί δεν με είχε εκτιμήσει ακόμα ούτε ο εαυτός μου, όταν δέχτηκα κολακευτικά  σχόλια από την  γνωστή σε όλη την Ελλάδα και καταξιωμένη συγγραφέα και ποιήτρια  Ν.Π.Ε.

Γίναμε αμέσως φίλες, γιατί αμέσως διαπιστώσαμε ότι έχουμε κάποια  κοινά στοιχεία, όπως ότι έχουμε και οι δύο καταγωγή από την Μικρά Ασία, αγαπάμε τις ρίζες μας και σεβόμαστε την ιστορία τους.

Αυτό που με εντυπωσίασε και με συγκίνησε ιδιαίτερα είναι ότι η Ν.Π.Ε – η Νίτσα για μένα –  δεν αρκέστηκε στην ζωή της  σε συναισθηματικές αναφορές και αναπολήσεις στο στενό περιβάλλον της. Δούλεψε από μικρό κορίτσι και δουλεύει ακόμα σκληρά για να  ξαναζωντανέψει στις μνήμες την Μικρασία και να την  κάνει αθάνατη.

Για το τόσο δημιουργικό έργο, δεν επιστρατεύει μόνο το φυσικό ταλέντο της στην γραφή,  τον πλούσιο συναισθηματικό της κόσμο, την αγάπη και την προσήλωσή της στις προγονικές αξίες και παραδόσεις αλλά κυρίως επιστρατεύει τις επιμελώς συσσωρευμένες συλλογές αφηγήσεων και γνώσεων.

Έχει ένα αξιοθαύμαστο και διαυγέστατο μνημονικό που το έχει εξασκήσει και δυναμώσει η πρόνοιά της να κρατάει σημειώσεις από τα παιδικά της χρόνια. Αυτό που βλέπουμε και θαυμάζουμε σε μία μεγάλη τώρα πια γυναίκα, όπως είναι σήμερα η Ν.Π.Ε. δεν έγινε ξαφνικά. Είναι το απόσταγμα πνευματικής δουλειάς ετών.

Από παιδί  είχε δείξει την αγάπη της στα γράμματα και τον θαυμασμό της στα επιτεύγματα και την πρόοδο του Μικρασιατικού Ελληνισμού και κυρίως των Ελλήνων της πατρίδας της των Βουρλών Μ. Ασίας. Κρεμόταν από τα χείλη των ανθρώπων του οικογενειακού της περιβάλλοντος και συσσώρευε στην ψυχή, στο μυαλό και στα σημειωματάριά της, σαν νέκταρ, ό,τι άκουγε και είχε σχέση με τα Βουρλά.

Τα Βουρλά γίναν γι΄ αυτή μία πνευματική Ιθάκη για να επιστρέφει  κάθε ώρα και κάθε στιγμή και  να αντλεί ηθικές και πνευματικές αξίες, να αναπνέει το φως της προόδου και να το μεταδίδει όχι μόνο στην οικογένεια, που δημιούργησε και που λατρεύει, αλλά και σε όλο τον κόσμο.

-«Να γράφεις αλλά όχι μόνο να γράφεις. Να καταγράφεις συγχρόνως.–μου είπε σχεδόν μόλις με πρωτογνώρισε — Μάζευε την δουλειά σου σε βιβλία για να μη χαθεί, να μη σβήσει.»

Σε αυτή την Αρχή της «τίποτε να μη χάνεται και τίποτα να μη σβήνει» περικλείεται όλη η φιλοσοφία της και σε αυτή στηρίζεται η αξιοθαύμαστη δημιουργικότητά της. Διαβάζει διαρκώς, αρχειοθετεί με εκπληκτική οργανωτικότητα, παρακολουθεί την λογοτεχνική κίνηση όλης της Ελλάδας μέσα από λογοτεχνικά  περιοδικά, αλληλογραφεί , συμμετέχει σε λογοτεχνικές εκδηλώσεις και συγχρόνως γράφει, γράφει , γράφει.

Στο σπίτι της μένει μόνη της, αλλά η παρουσία των δύο γιων της και των εγγονών της είναι διάχυτη παντού μέσα από φωτογραφίες τους και προσωπικά τους κομμάτια. Μιλά γι΄ αυτούς όλο τρυφερότητα και στοργή. Μέσα από τις αναφορές της σε γεγονότα της ζωής τους ξεχειλίζει η υπερηφάνεια της για τους φυσικούς συνεχιστές της. Συχνά μου λέει:

-«Δεν μπόρεσα να πάω στην εκδήλωση γιατί γιόρταζε η εγγονή μου και ήρθε και με πήρε ο γιος μου. Είναι δυνατόν να αφήσω το εγγονάκι μου για οτιδήποτε άλλο;»  ή «Δεν απαντούσα στο τηλέφωνο, γιατί ήρθαν και με πήραν οι γιοι μου στο σπίτι τους. Δεν θα μπορούσα με τίποτα να τους το αρνηθώ.»

Όταν μιλάει για τις επιδόσεις των εγγονών της και τις επαγγελματικές επιτυχίες των γιων της το πρόσωπό της φωτίζεται. Σαν να τα θεωρεί σημαντικότερα από κάθε δική της επιτυχία ή μάλλον τους θεωρεί την σημαντικότερη επιτυχία της.

Όλα τα υπόλοιπα κομμάτια μέσα στο σπίτι της δείχνουν επίσης την ευαίσθητη ψυχοσύνθεσή της. Παλιά κλασσικά έπιπλα, κεντήματα και διακοσμητικά από το παρελθόν, γεμάτα γλυκιά νοσταλγία. Αποφασίζω να την επισκεφτώ πάντα την τελευταία στιγμή με το θάρρος της φιλίας μας και πάντα βρίσκω το σπίτι της άψογο και πάντα έχει κάτι εκλεκτό να με κεράσει. Όλα δηλαδή λειτουργούν με την ίδια επιμέλεια και τάξη, που λειτουργεί η γόνιμη σκέψη της.

Μαζί της δεν καταλαβαίνεις τον χρόνο πως περνάει και όταν φεύγεις είσαι πλουσιότερος πνευματικά και συναισθηματικά. Μοιράζεται μαζί σου τις σκέψεις της, τις ιδέες της και κυρίως τις αναμνήσεις της. Τα φθοροποιά θέματα δεν την αγγίζουν. Δεν αναλώνεται σε παράπονα και παρεξηγήσεις της καθημερινότητας. Παραπονιέται συχνά μόνο για ό,τι ενοχλεί την αισθητική της και την πνευματική καλλιέργειά της. Αν θεωρήσει  μάλιστα ότι κάτι ή κάποιος υποβαθμίζει ό,τι η ίδια εκτιμάει και  σέβεται, τότε γίνεται μαχητική και σαρώνει με λόγια ή επιστολές για να το διορθώσει.

Παρά την μαχητικότητά της έχει μιαν αγνότητα και αθωότητα που την αφοπλίζει. Δεν υποπτεύεται δόλο ή ζήλια γύρω της. Μου διηγόταν κάποτε τις κινήσεις και τις ενέργειες που έκανε για να αναβιώσει στην Νέα Ιωνία  η δόξα της  “Αναξαγορείου Σχολής” των Βουρλών. Ήθελε κάποιο  δημόσιο λύκειο της Νέας Ιωνίας να μετονομαστεί έτσι «τιμής ένεκεν».

Είχε ήδη γράψει ένα δοκίμιο για την σχολή αυτή των Βουρλών που κάποτε θεωρείτο η καλλίτερη των Βαλκανίων. Το επισύναψε σε επιστολές που τις κατέθεσε σε σχολεία και στον Δήμο. Προβληματιζόμουν μέχρι πρόσφατα γιατί οι προβλεπόμενες ενέργειές της δεν απέδωσαν αν και υποψιαζόμουν γιατί. Όταν οι Υπηρεσίες δεν στέλνουν απάντηση κάτι δεν πάει καλά στις Υπηρεσίες.

Άλλωστε ήδη ένα σχολείο είχε ονομαστεί «Ανατόλια» ίσως προς τιμή των χαλιών που φτιάχνονταν προγενέστερα εκεί. Πρόσφατα οι συγκυρίες δικαίωσαν τις υποψίες μου, όμως η αδυναμία της να βλέπει παντού καλοπροαίρετους ανθρώπους  και πράξεις με έκαναν απλά να την βοηθήσω να ξαναπροσπαθήσει .

Είναι συγκινητική η υποχρέωση που αισθάνεται γι’ αυτή την βοήθεια τόσο σε μένα όσο και στον σύζυγό μου που συμμετείχε στην προσπάθεια. Το κάναμε γιατί ζώντας την, σου μεταδίδει τον ενθουσιασμό της και το πάθος της σε ό,τι πιστεύει, λατρεύει και σέβεται και γιατί όλα αυτά βρίσκονται στην σφαίρα του τέλειου και του ιδανικού. Το έκανα επίσης γιατί οι υποχρεώσεις που αισθάνομαι εγώ απέναντί της  δεν ξεπληρώνονται με καμία βοήθεια ή συμπαράσταση στους ανιδιοτελείς αγώνες της.

Χρεωστώ πολλά στις συμβουλές της και στις κατευθύνσεις που μου δίνει, για να με βάλει στους χώρους της, που έχει κατακτήσει ολομόναχη. Τις χρεωστάω περισσότερο το ότι πιστεύει σε μένα.

Σε αυτούς τους χώρους βρέθηκα μία φορά, σαν προσκεκλημένη της. Ήταν στον  “ΠΑΡΝΑΣΣΟ”  στον ναό της τέχνης και του πνεύματος, που βρίσκεται στην καρδιά της Αθήνας. Την εκδήλωση είχε διοργανώσει η «Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών» και η  Ν.Π.Ε. θα διάβαζε ποιήματά της. Κέρδισε και  καθήλωσε από την πρώτη στιγμή το δύσκολο και απαιτητικό ακροατήριο, όταν σηκώθηκε στο βήμα και μίλησε με θέρμη και γλυκιά τρυφερότητα.

Με την ολοκλήρωση της απαγγελίας των ποιημάτων της ο κόσμος ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Αισθάνθηκα όχι μόνο υπερηφάνεια και συγκίνηση, αλλά και βαρύ το φορτίο της ευθύνης να έχω μία φίλη τέτοιου βεληνεκούς στους χώρους της λογοτεχνίας.

Είμαι σίγουρη ότι, υπερηφάνεια και αγάπη για την  ποιήτρια και συγγραφέα Ν.Π.Ε. αισθάνεται με αύξουσα σειρά κάθε Έλληνας, κάθε Μικρασιάτης, κάθε Νεο-Ιωνιώτης και κάθε Βουρλώτης.

Ιδιαίτερα εμείς, οι από γέννηση και διαμονή συμπατριώτες της Νέο-Ιωνιώτες και οι από καταγωγή συμπατριώτες της  Βουρλιώτες, σίγουρα την κατατάσσουμε στις πλέον διακεκριμένες  μορφές και προσωπικότητες που έχουμε να επιδείξουμε.

Β. Το έργο της

Έχουν συμπληρωθεί σχεδόν τριάντα χρόνια επίσημης παρουσίασης της Ν. Π. Ε. στα γράμματα και στις τέχνες. Τα είδη με τα οποία έχει ασχοληθεί είναι: Πεζογραφία με μικρασιατικά θέματα, ποίηση, δημοσιογραφία, ομιλίες- συνεντεύξεις, χειροτεχνία και ζωγραφική.

Στην μικρασιατική πεζογραφία καταγράφει αναμνήσεις τρίτων προσώπων και  ενθυμήματα από το στενό οικογενειακό της περιβάλλον. Στις καταγραφές αυτές φροντίζει τα θέματα να μην είναι χιλιοειπωμένα, να έχουν πρωτοτυπία, γενικότητα και αλήθεια και να είναι ελεγμένα, κατόπιν μελέτης, ώστε να ανταποκρίνονται στα ιστορικά  γεγονότα. Ξεκίνησε το 1975 με σειρά διηγημάτων από αφηγήσεις καρδιάς της θείας της Ελένης Παραρά και του θείου της Δημητρού Κυρμιζά, για τα Βουρλά των παππούδων και των γιαγιάδων τους, δηλαδή  αναμνήσεις του 19ου αιώνα.

Την ποίηση την άρχισε από τις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου και την συνεχίζει μέχρι σήμερα. Λέει η ίδια για την ποίηση:

-«Η ποίηση είναι μεράκι. Είναι νεράκι καθαρό που τρέχει. Ένα ποίημα καταγράφεται αβίαστα όταν ανθεί η σκέψη και το χέρι είναι ελεύθερο να γράψει στο χαρτί.»

Στην δημοσιογραφία συνεργάστηκε με λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες για διάφορα θέματα: Μικρασιατικά, κοινωνικά, επίκαιρα και  κριτικές βιβλίων που λαμβάνει. Υπολογίζονται πάνω από 100 τέτοια άρθρα.

Μίλησε και παρουσίασε διάφορα θέματα κατόπιν πρόσκλησης  σωματίων όπως π.χ. Μικρασιατικών.

Ο παρακάτω πίνακας περιλαμβάνει τα έργα της:

Έργα της Νίτσας Παραρά Ευτυχίδου

Κάποτε στα Βουρλά της Μ. Ασίας (Λαογραφικές αφηγήσεις), 1978

Ένας Βουρλιώτης αιχμάλωτος των Τούρκων, 1921 1923, 1979

Ακροκέραμα και Ιερεμιάδες Ποίηση, 1980

Στα Βουρλά μας πριν καούν  Α’ τόμος Μικρασιάτικο, 1985

Ένας Βουρλιώτης αιχμάλωτος των Τούρκων   1922-1923 Β’ Έκδοση, 1986

Πυγολαμπίδες και Ιερεμιάδες ποίηση, 1986

Εκεί και εδώ Διηγήματα Μικρασιάτικα-Ελλαδικά, 1988

Χριστουγεννόσχολα Έθιμα Μικρασιάτικα του Δωδεκάμετρου, 1989

Ώρες – Ώρες  Ποίηση, 1991

Στα Βουρλά μας πριν καούν  Β’ Τόμος  Μικρασιάτικα, 1993

Ψιμύθια – Ιερεμιάδες – Χαϊκάϊ  Ποίηση, 1996

Τα Βουρλά μας καίγονται  Γ’ Τόμος  Μικρασιάτικο, 1998

Κοχλάδια  Ποίηση, 2001

Δοκίμιο περί  «Αναξαγορείου Σχολής Βουρλών», 2001

Μικρασιατικός Γλωσσικός Πλούτος, 2006

Παραμύθια Μικρασιάτικα, 2008

Το 1978 δημοσιεύει το πρώτο της βιβλίο «Κάποτε στα Βουρλά της Μικράς Ασίας», με διηγήματα του 19ου αιώνα και αρχές του 20ου. Για τον πρόλογο και τον επίλογο χρησιμοποίησε σημειώσεις της, που βρήκε στο πατάρι του σπιτιού της, μέσα στην σχολική της τσάντα,  γραμμένες περίπου το 1948-50. Το βιβλίο πήρε δύο επαίνους: από την  «Εστία Νέας Σμύρνης»  και από την « Ένωση Σμυρναίων Αθήνας».

Λέει η ίδια:

– «Αυτή η ψυχική τόνωση στάθηκε στήριγμα για την έκδοση και άλλων βιβλίων μου.»

Το « Ένας Βουρλιώτης αιχμάλωτος των Τούρκων», γράφεται το 1979 από αφήγηση του Δημήτρη Κυρμιζά. Η συγγραφέας αναπλάθει και βάζει στην σωστή σειρά τα στοιχεία, που έχει καταχωρήσει σε σημειώσεις και κασετόφωνο. Λέει η ίδια:

-«Γράφοντας έγινα στρατιώτης, αιχμάλωτος των Τούρκων. Έπασχα από τις συμφορές. Έκλαιγα και έγγραφα μόνο δύο ώρες την ημέρα. Δεν άντεχα περισσότερο.»

Γι’ αυτό και θεωρεί κακή και ελαττωματική την Α’ έκδοση. Το 1986 κυκλοφόρησε η Β’ έκδοση βελτιωμένη, η οποία μάλιστα, για πρώτη φορά σε βιβλίο της συγγραφέως, περιλαμβάνει κριτικές και γνώμες αξιόλογων ανθρώπων των γραμμάτων. Τον Σεπτέμβριο του 2005 το βιβλίο παίρνει το «Α’ Ειδικό Βραβείο  Μικρασιατικής Μνήμης» από  «Το Καφενείο των Ιδεών» τον μη κερδοσκοπικό οργανισμό με τον οποίο συνεργάζεται ο όμιλος UNESCO του Πειραιά και η Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών.

Ένα μικρό δείγμα γραφής είναι το παρακάτω απόσπασμα από το βιβλίο «Ένας Βουρλιώτης αιχμάλωτος των Τούρκων»:

«Την άλλη μέρα χαρά Θεού , λιακάδα. Μας μέτρησαν, λαγάριαζαν όξω οι επτά, έλειπε ο ένας ο άθαφτος. Θυμήθηκα το μέρος. Εκειδά έμεινε. Γυρίζουμε πίσω μερικοί αιχμάλωτοι, βλέπομε ένα γιγίνι το χιόνι ήταν απάνω του. Σκαλίζουμε το χιόνι, βρίσκουμε τον άνθρωπο από κάτου ζωντανό! Το χιόνι απαλό κι η βραδιά γλυκιά, γι’ αυτό!…

Βρήκαμε ένα γαδουράκι, τον φορτώσαμε. Τον πήγαμε στη Σαπάντζα. Εκεί ο γιατρός, ένας Πελοποννήσιος, ένας καλός άνθρωπος, κόντευε να μην το πιστέψει.

Τον περιποιήθηκε. Του έδωσε από το δικό του φαΐ, που του δίνανε. Προσπάθησε να τον σώσει. Έζησε τέσσερις – πέντε μέρες, μετά πέθανε.

Ένα πρωί μας είχανε βάλει σωρηδόν στο λουτρό για καθαριότητα. Πατείς με πατώ σε. Όλα τα ρούχα μας τ’ αφήναμε απ’ όξω. Πηγαίνανε οι Τούρκοι και τα ψάχνανε κι ό,τι εύρισκαν το παίρνανε.»

Αυτά τα δύο πρώτα βιβλία της αγοράστηκαν από το Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών κατά 50 αντίτυπα το καθένα, ενώ το μεταγενέστερο «Στα Βουρλά μας πριν καούν»  Β’ τόμος, αγοράστηκε από τον Δήμο Νέας Ιωνίας επί δημαρχίας κου Π. Μπουρδούκου και Προεδρίας του Πολιτιστικού Κέντρου  κου Χ. Σαπουντζάκη, για τις βιβλιοθήκες των Σχολείων.

Ο Α΄ τόμος του βιβλίου «Στα Βουρλά μας πριν καούν», αν και γράφτηκε το 1980-81 τυπώθηκε –  λόγω οικογενειακού τραγικού επεισοδίου – το 1985. Περιλαμβάνει ήθη και έθιμα και περιγραφές από τα Βουρλά του 1875-1907, καθώς και τύπους Βουρλιωτών κ.α.

Στις πέντε ποιητικές της συλλογές είναι επίσης καταφανής, όπως στα πεζά της, η απελπισία, η  θλίψη και η θρηνωδία. Ενδεικτικά τα δύο αποσπάσματα που ακολουθούν από την  ποιητική συλλογή «Πυγολαμπίδες και Ιερεμιάδες»:

Α. Απόσπασμα

Πυγολαμπίδα φωτά τον δρόμο μου

Κόκκος σινάπεως η ελπίδα

Στην κιβωτό οι διαλογισμοί

ως να περάσει ο κατακλυσμός.

Β. Απόσπασμα

Ούτε άμμος, ούτε ατραπός

Αχερουσία κάτω από τα πόδια μου

Πουθενά κλαρί να γαντζωθώ

ούτε λέμβος να την αρμενίσω.

Τόσο με το συγγραφικό όσο και με το ποιητικό της έργο έχουν ασχοληθεί αξιόλογοι άνθρωποι των γραμμάτων, δημοσιογράφοι και κριτικοί και έχουν γράψει ιδιαίτερα κολακευτικά σχόλια.  Η παρακάτω σταχυολόγηση από κριτικές, δείχνει τον θαυμασμό τους:

Ο Φάνης Κλεάνθης: Ένα ταξίδι στον χρόνο, στα Βουρλά του τέλους του περασμένου αιώνα, χωρίς έξοδα, χωρίς ταλαιπωρίες, πραγματοποίησα καθισμένος στην πολυθρόνα μου  αυτές τις μέρες, χάρη στο βιβλίο της Ν. Π. Ε. «Στα Βουρλά μας πριν καούν». Διαβάζοντας ένοιωθα να με κυριεύει μια γλυκόπικρη νοσταλγία «Ού τοι εγώ γε ής γαίης δύναμαι γλυκερώτερον άλλο ιδέσθαι.»

Ν. Παπαδάκης:  Με γλώσσα λαγαρή και με απλότητα, που δεν της λείπει το λυρικό στοιχείο και η ενέργεια, αναπτύσσει έναν αφηγηματικό τόνο πολύ ζεστό.

Δημ. Σταμέλος: Προσφέρει σημαντικά και εποικοδομητικά στοιχεία. Και ο αφηγηματικός της λόγος έχει ζεστασιά, στερεότητα και αμεσότητα.

Διον. Τροβάς: Είναι ένα πολύτιμο χρονικό, που το πιο πολύτιμό του στοιχείο είναι οι ντοπιολαλιές, που χρησιμοποιεί η συγγραφέας, διασώζοντας έτσι ένα υλικό που με την πάροδο του χρόνου πάει αν σβήσει όλως διόλου και για το οποίο παρατίθεται στο τέλος του βιβλίου πλούσιο γλωσσάριο.

Κ. Βαλέτας: Αν όλοι έκαναν την αξιόλογη δουλειά καταγραφής και διάσωσης αυτών των μαρτυριών, που φτάνουν στα όρια της ιστορίας, του χρονικού και εκτός της λογοτεχνικής τους αξίας διασώζουν την ανθρώπινη και εθνική μνήμη, ίσως να ήταν διαφορετικά τα πράγματα σε αυτόν τον έρμο τόπο.

Γιάν.  Κοφίνης: Τις διακόσιες του σελίδες τις διάβασα με μιαν ανασαιμιά και έμεινα κατάπληκτος από την ομορφιά από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα. Η συγγραφέας έδωσε ένα αριστούργημα λόγου και διήγησης.

Ευάγ. Ρόζος: Απορώ και θαυμάζω, που πέτυχε και ζωντάνεψε όλο αυτόν τον κόσμο, που ελάχιστα γνώριζε και όμως τον ανάπλασε με πειστικότητα.

Κώστας Τρίγκατζης: Οι «Πυγολαμπίδες και Ιερεμιάδες» μας δίνουν μια ποίηση λεπταίσθητη από ένα πνευματικό άνθρωπο, καλλιεργημένο, που δείχνει την τόλμη του, την σοβαρότητά και την ευγένεια ψυχής. Η Ν.Π.Ε. παρουσιάζει αποκαθαρμένο τον στίχο της. Δεν τον ποτίζει, δεν του δίνει έμφαση, τεχνητή γοητεία. Και δεν έχει τέτοια ανάγκη.

Τάκης Ναστούλης  (έχει γράψει κριτική όλων των βιβλίων της δημοσιευμένη σε λογοτεχνική στήλη των «ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ»): Με εντυπωσίασαν πολλά από τα ποιήματά της. Δουλεύει το στίχο με ευσυνειδησία, υπομονή και επιμονή, με ένα πάθος αξιοθαύμαστο, για την μορφική του αρτιότητα.

Ισαβέλα Μαλόβρουβα: Στοχαστική ποίηση γεμάτη αγάπη στον άνθρωπο και στη φύση. Ποίηση που σου μεταδίδει μελαγχολία αλλά και πολλές αλήθειες.

Παν. Τσουτάκος (τ. Πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών) : Το βιβλίο «Ένας Μικρασιάτης Βουρλιώτης αιχμάλωτος των Τούρκων» ανεπιφύλακτα θα το χαρακτήριζα ως μία σπουδαία κατάθεση ιστορικής μνήμης και πνευματικής προσφοράς, σήμερα μάλιστα που η εποχή μας, αποβλέπει στην εξαφάνιση και της μνήμης και της σκέψης.

Στάθης Παρασκευόπουλος: Το βιβλίο «Ψιμύθια – Ιερεμιάδες και Χάϊκάϊ» περιλαμβάνει ποιήματα ελεύθερης γραφής με εσωτερική αρμονία, που τα κάνει τραγούδια. Γραμμένα με την γλώσσα της αλήθειας και του αυθορμητισμού. Δοσμένα με απλότητα, έτσι που να διαβάζονται, κατανοητά και από τους αμύητους και από τους μυημένους της ποίησης. Η ποιήτρια ξέρει να γράφει έτσι που να μη βαραίνει ο στίχος της, να γίνεται ανάλαφρος και να σε ανεβάζει σε σφαίρες ανώτερες, αισθαντικές.

Π. Κωνσταντινίδης: Το βιβλίο της Ν.Π.Ε. «Μικρασιατικός Γλωσσικός Πλούτος» πλουτίζει πραγματικά τις γνώσεις μας γύρω από την γλώσσα και ταυτόχρονα μας χαρίζει ευφρόσυνες στιγμές, καθώς εντρυφούμε στα εκφραστικά αυτά μέσα – λέξεις – των προγόνων μας Μικρασιατών.

Κλείνω την αναφορά μου στο έργο της με ένα ποίημα της από την συλλογή «ΚΟΧΛΑΔΙΑ» :

Απουσία

Που  το βλέμμα σου κρυμμένο

Πίσω από το δεντρολίβανο

Γαλάζιο, ίδιο με τ’ ανθάκια του;

Που η ματιάσου διαπεραστική

Ανάμεσα στις πασχαλιές μας;

Που να ‘ναι ο ίμαρος

Που φούντωνε τις καρδιές μας;

Ο ήχος εκείνης της φωνής σου

Διαλύθηκε, έσβησε, άγνωστη πια

Στα βάθη των αιώνων, θαρρώ.

Ψάχνω ανάμεσα στα πλήθη

Του κόσμου, κάτι να σου μοιάζει’

Σκαλίζω στα έγκατα του νου

Χείμαρρος ο καημός αναβρύζει.

Μόνο τα βήματα της συνοδείας

Της αναχώρησης σου

Ακούγονται βαριά και σταθερά

Κι απομακρύνονται. Αχανής η απόσταση

Σ’ άλλον πλανήτη οι ζωές μας.

Λες, οι σκέψεις μας να σμίγουν;

Κατ’ όναρ.

Ήρθες να με παντρευτείς

Ξανά για άλλη μια φορά

Το σπίτι μας, το γνώριμο, στρωμένο

Κατά γης μ’ άσπρα τριαντάφυλλα

Σου λέω ξαφνιασμένη:

Εσύ έφυγες… Μα εγώ σε περίμενα…

-Ήρθα… είπες σταθερά.

Δεν πρόλαβα, να χαρώ…

Ξάφνου η οπτασία χάθηκε.

 

ΤΕΛΟΣ

Avatar photo
Το Ηράκλειο Αττικής και η Νέα Ιωνία στο διαδίκτυο. Και όχι μόνο.

Αφήστε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

MENU