Με αφορμή το πρόσφατο αφιέρωμα του zonews.gr για τα “Πέτρινα της Φρειδερίκης” είχα την ευκαιρία να διαβάσω ένα κείμενο που δημοσιεύτηκε στη Lifo το 2014, για τη Νέα Ιωνία, μέσα από τα μάτια της Δέσποινας Μαλλή, σε επιμέλεια του Δημήτρη Κυριαζή. Ένα πολύ όμορφο κείμενο και μεταξύ μας, δεν έχουν αλλάξει και πολλά:
Η Νέα Ιωνία της Δέσποινας Μαλλή
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Νέα Ιωνία, όπου ζω και σήμερα. Τα τελευταία τρία χρόνια μένω στον προσφυγικό συνοικισμό με τα πέτρινα σπίτια στον Περισσό, μια γειτονιά που σε δέκα οικοδομικά τετράγωνα καταφέρνει να εκθέσει μεγάλο ποσοστό της ιστορίας και της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της Νέας Ιωνίας. Ένα σύμπλεγμα με πέτρινα σπίτια που σου δίνει την αίσθηση ότι ζεις σε άλλη εποχή, που από το πρωί οι γυναίκες μαγείρευαν εύοσμα φαγητά με πολίτικα καρυκεύματα, τα παιδιά έπαιζαν στους δρόμους και το απόγευμα η γειτονιά πλημμύριζε από μυρωδιά λεμονανθού και τα βραδάκι σε μάγευε η μυρωδιά από νυχτολούλουδο που ξεχυνόταν από τις ασπρισμένες αυλές των σπιτιών.
Πώς να μην την αγαπάς αυτήν τη γειτονιά, όταν, ακόμα και το 2014, περπατώντας το πρωί δεν προλαβαίνεις να λες καλημέρες στους γείτονες που σε χαιρετούν με την καρδιά τους από τις διπλανές αυλές και ανοίγοντας το παράθυρό σου το πρωί βλέπεις κεραμοσκεπές και λεμονιές;
Η Νέα Ιωνία είναι γεμάτη από τέτοιους προσφυγικούς συνοικισμούς που έχουν χαρακτηριστεί ως «πόλεις της σιωπής», συνοικισμούς που οργανώθηκαν πρόχειρα για να στεγάσουν και να απασχολήσουν οικογένειες προσφύγων, με οικιστικά συγκροτήματα πέτρινων σπιτιών και βιομηχανικούς χώρους, όπως το σωζόμενο συγκρότημα της Ανατολικής Ταπητουργίας. Σήμερα αυτά τα κτίρια συνιστούν μια ακόμα εκφραστική πτυχή της αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας της πόλης.
Είναι υπέροχο, ειδικά την άνοιξη, να περπατάει κανείς στις γειτονιές της Νέας Ιωνίας. Συνήθως ξεκινώ από το σπίτι με καλή μουσική στα ακουστικά μου και φτάνω ως τον σταθμό του Περισσού, αποφεύγοντας τους κεντρικούς δρόμους, απολαμβάνοντας την ησυχία των στενών με τις φρεσκοασπρισμένες αυλές και τα πολύχρωμα λουλούδια στους κήπους.
Στη Νέα Ιωνία τα έχεις όλα σε απόσταση αναπνοής. Δύο τετράγωνα περπάτημα και τα συνοικιακά μαγαζιά στην Άγγελου Σικελιανού σε υποδέχονται με πλατιά χαμόγελα. Αν θέλεις μεγαλύτερη ποικιλία, η λεωφόρος Ηρακλείου, με μία από τις μεγαλύτερες αγορές της Αθήνας, δεν απέχει πάνω από ένα χιλιόμετρο από τις γύρω συνοικίες. Για βραδινή βόλτα μπορείς να δεις μια παράσταση στο Δημοτικό Θέατρο Νέας Ιωνίας το οποίο λειτουργεί από το 1984. Ο Ιωσήφ Πολυκάρπου σκηνοθετεί εκεί πάνω από 20 χρόνια υπέροχες παραστάσεις δωρεάν για το κοινό και σίγουρα θα χάσεις, αν δεν τον γνωρίσεις, να σου πει μια ιστορία από τις πολλές που έχει μαζέψει τόσα χρόνια. Ένα φουαγέ γεμάτο φωτογραφίες από όλες τις παραστάσεις που έχουν ανέβει τόσα χρόνια δεν μπορεί παρά να σε συγκινήσει και να σε καθηλώσει μέχρι να ακουστεί το τρίτο καμπανάκι και να ξεκινήσει η παράσταση. Μετά κατηφορίζεις προς την Ελ Αλαμέιν και πίνεις ένα ποτό στην Πριγκιπέσσα με τον Άλκη και την Αρχοντούλα στα μικρόφωνα και την κιθάρα και τον Γιάννη στο ούτι, μέχρι τις 6 το πρωί!
Θυμάμαι, παλιά, στην Ινέπολη (σημερινά Πευκάκια), το παλιό γαλακτοπωλείο του κυρ Γιώργου του γαλατά, ενός κοντού κυρίου με μεγάλα γυαλιά, που, απ’ ό,τι μου ’λεγε η γιαγιά μου, είχε για πολλά χρόνια ένα τρίκυκλο που μετέφερε το γάλα στη γειτονιά πόρτα-πόρτα. Ήταν ένα μαγαζί με μεταλλικά τραπέζια που μύριζε κανέλα από το φρεσκοβρασμένο ρυζόγαλο. Με πήγαινε, λοιπόν, η γιαγιά μου εκεί για να αγοράσουμε γάλα και γιαούρτι. Μια μέρα, σε ένα από τα μεταλλικά τραπεζάκια κάθονταν δυο κύριοι μεγάλοι σε ηλικία και μόλις είδαν τη γιαγιά μου, γύρισε ο ένας λίγο περιφρονητικά και είπε στον άλλο: «Να, ήρθαν οι πρόσφυγες, οι Ινεπολίτες». Η γιαγιά μου, ως πρόσφυγας Μικρασιάτισσα με μεγάλη περηφάνια, με κοίταξε, μου έσφιξε το χέρι και γύρισε προς το μέρος τους, χαρίζοντάς τους ένα αφοπλιστικό χαμόγελο. Βγαίνοντας, γύρισε και μου είπε: «Να θυμάσαι ότι τα πάντα γίνονται πιο εύκολα όταν χαμογελάς»
Στη γειτονιά μου πηδάγαμε τις φωτιές του Αϊ Γιαννιού. Οι γονείς έκοβαν την κυκλοφορία στο μικρό μας στενό με μια κορδέλα στις δυο άκρες του δρόμου και ξεκινούσε το γλέντι. Αφού εξοντωνόμασταν, καθόμασταν όλα οκλαδόν γύρω απ’ τη φωτιά και λέγαμε ιστορίες, με πρωτοστάτη την ακόμα και σήμερα φίλη μου Ελένη, που κατάφερνε και τρόμαζε με τις ιστορίες της ακόμα και τους πιο τολμηρούς.
Αν μπορούσα κάτι ν’ αλλάξω, θα γκρέμιζα τις πολυκατοικίες που χτίστηκαν στην πρώτη μου γειτονιά στον Περισσό, που μέσα σε έναν χρόνο αντικατέστησαν τα χαμηλά σπίτια και πήραν μαζί τους και τις στιγμές που έχω να θυμάμαι από παιδί. Πόσο θα ήθελα να βολτάρω στην παλιά μου γειτονιά και να επανέρχονται οι εικόνες…